Ιδιαίτερη σημασία για την αποκόμιση των βέλτιστων αποτελεσμάτων διαδραματίζει ο χρόνος διεξαγωγής της ολικής αρθροπλαστικής γόνατος. Δυστυχώς, όμως, οι 9 στους 10 ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα στη άρθρωση καθυστερούν να το αποφασίσουν, με αποτέλεσμα να μην αποκομίζουν στο έπακρο τα οφέλη που θα τους πρόσφερε η επέμβαση εάν την είχαν πραγματοποιήσει στο σωστό χρόνο.
Το ίδιο συμβαίνει και στους ανθρώπους που υποβάλλονται πρόωρα σε μια τέτοια επέμβαση. Σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε από την Ιατρική Σχολή Northwestern Medicine του Σικάγο, το ποσοστό ανθρώπων που υποβάλλονται σε ολική αρθροπλαστική γόνατος χωρίς να τη χρειάζονται αγγίζει το 25%. Συνέπεια αυτού είναι να θέτουν τον εαυτό τους σε κίνδυνο.
Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που εξέτασε τον ρόλο που παίζει ο χρόνος πραγματοποίησης της αρθροπλαστικής του γόνατος σε ένα τόσο μεγάλο αριθμό ασθενών με οστεοαρθρίτιδα. Και στο παρελθόν έχουν, βέβαια, πραγματοποιηθεί και άλλες μελέτες επί του θέματος, μόνο που ο αριθμός τους είναι περιορισμένος, όπως και ο αριθμός των συμμετεχόντων σε κάθε μια από αυτές. Επίσης, είχαν εξετάσει τις επιπτώσεις του χρόνου διεξαγωγής της επέμβασης μόνο σε ασθενείς που είχαν ήδη υποβληθεί σε ολική αρθροπλαστική στο γόνατο.
Οι αμερικανοί ερευνητές από την Ιατρική Σχολή Northwestern Medicine του Σικάγο συγκέντρωσαν δεδομένα από 8.002 συμμετέχοντες σε δύο πολυκεντρικές μελέτες. Τα στοιχεία αυτά περιελάμβαναν δημογραφικές, ακτινογραφικές, κλινικές πληροφορίες, καθώς και στοιχεία σχετικά με την ολική αρθροπλαστική του γόνατος που είχαν την πάθηση ή αντιμετώπιζαν κίνδυνο εμφάνισης οστεοαρθρίτιδας στο γόνατο. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για έως και 8 χρόνια, από τους ερευνητές, οι οποίοι τους ταξινόμησαν σε δυνητικά κατάλληλους ή πιθανώς ακατάλληλους για ολική αρθροπλαστική γόνατος. Βάσει της ολικής αρθροπλαστικής γόνατος κατηγοριοποιήθηκαν περαιτέρω σε 3 κατηγορίες: α) σε εκείνους που υποβλήθηκαν στην επέμβαση εγκαίρως, δηλαδή ο ασθενής υποβλήθηκε σε ολική αρθροπλαστική γόνατος εντός 2 ετών από την στιγμή που η εγχείρηση κρίθηκε ως κατάλληλη, β) σε εκείνους που ενδεχομένως ήταν κατάλληλοι, αλλά δεν υποβλήθηκαν σε αρθροπλαστική, δηλαδή το γόνατο παρέμεινε ανεγχείρητο για περισσότερο από δύο έτη μετά την στιγμή που κρίθηκε ως κατάλληλη η διεξαγωγή της επέμβασης, και γ) σε εκείνους που υποβλήθηκαν σε επέμβαση νωρίτερα από ότι έπρεπε, δηλαδή η επέμβαση πιθανώς ήταν ακατάλληλη αλλά είχε εκτελεστεί.
Τα κριτήρια συμμετοχής στην μελέτη πληρούσαν τα 3.417 γόνατα. Στην πρώτη κατηγορία εντάχθηκαν 290 γόνατα (8% του συνόλου και 9% των γόνατων για τα οποία η αντικατάσταση ήταν ενδεχομένως κατάλληλη) στη δεύτερη 2.833 γόνατα (83% του συνόλου και 91% αυτών για τα οποία η αντικατάσταση ήταν ενδεχομένως ενδεδειγμένη) και στην τρίτη κατηγορία 294 γόνατα (που αποτελούσαν το 9% του συνόλου και το 26% των αντικαταστάσεων γόνατος). Στη δεύτερη κατηγορία, το 42,5% των ασθενών είχαν σοβαρά συμπτώματα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Bone and Joint Surgery, οι Αφροαμερικανοί καθυστέρησαν τη χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης γόνατος περισσότερο από τους Καυκάσιους. Επίσης, η πιθανότητα πρόωρης ολικής αντικατάστασης γόνατος ήταν μικρότερη μεταξύ των συμμετεχόντων με δείκτη μάζας σώματος > 25 kg / m2 και τα άτομα με κατάθλιψη.
Παρατηρήθηκε, δηλαδή, ότι ένας σημαντικός αριθμός ασθενών είχε υποβληθεί πρόωρα σε ολική αρθροπλαστική γόνατος, καθώς και ένας σημαντικός αριθμός ασθενών για τους οποίους η ολική αρθροπλαστική ήταν πιθανώς ενδεδειγμένη αλλά δεν είχε πραγματοποιηθεί για περισσότερα από 2 χρόνια μετά τον χαρακτηρισμό τους ως κατάλληλα για επέμβαση.
Όμως, οι άνθρωποι που αναβάλλουν για πολύ καιρό το χειρουργείο αντικατάστασης του γόνατος χάνουν πολλά οφέλη. Αφενός η πάθηση επιδεινώνεται, με αποτέλεσμα να χάνεται η λειτουργικότητα της άρθρωσης και η κινητικότητα του ασθενή. Οι επιπτώσεις της αδυναμίας βάδισης είναι σοβαρές, αφού ελλοχεύει ο κίνδυνος να αναπτυχθούν χρόνιες παθήσεις, όπως καρδιαγγειακά προβλήματα. Δεν είναι αμελητέες και οι ψυχολογικές επιπτώσεις, καθώς ο περιορισμός της κινητικότητας προκαλεί κατάθλιψη σε ένα ποσοστό ασθενών.
Επίσης, όταν η αντικατάσταση της άρθρωσης γίνεται καθυστερημένα, η λειτουργικότητα που επανακτάται μετεγχειρητικά είναι μειωμένη, συγκριτικά με εκείνη που θα μπορούσε να επανακτηθεί εάν η επέμβαση γινόταν εγκαίρως. Έτσι, και η κινητικότητα παραμένει μειωμένη συγκριτικά με τους ασθενείς που υποβάλλονται σε αυτήν την εγχείριση κατά την ενδεδειγμένη χρονική στιγμή.
Πότε, όμως, είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή για μια ολική αρθροπλαστική γόνατος; Ο ιδανικός χρόνος βασίζεται σε έναν αλγόριθμο που λαμβάνει υπόψη τον πόνο, τη λειτουργία της άρθρωσης, την ακτινολογική απεικόνιση και την ηλικία για να καθορίσει εάν ένα άτομο θα επωφεληθεί από τη χειρουργική επέμβαση.
Η πραγματοποίηση της χειρουργικής αντικατάστασης του γόνατος πολύ νωρίς με βάση τον αλγόριθμο σημαίνει ότι οι ασθενείς έχουν μεγάλη χειρουργική επέμβαση με κίνδυνο επιπλοκών και ελάχιστο όφελος. Μπορεί επίσης να χρειαστούν αναθεώρηση (δεύτερη χειρουργική επέμβαση) σε βάθος χρόνου, η οποία είναι μια πολύ πιο δύσκολη χειρουργική επέμβαση.
Ο εντοπισμός της καλύτερης χρονικής στιγμής για να πραγματοποιηθεί η επέμβαση είναι σημαντικός, καθώς μπορεί να επιφέρει τα μέγιστα οφέλη σε έναν πληθυσμό ασθενών που ολοένα αυξάνεται.
Δρ. Αθανάσιος Τσουτσάνης